
Δηλητηριασμένα δολώματα
Η χρήση οποιουδήποτε είδους τροφίμου ή τμήματος ή ολόκληρου νεκρού ζώου, το οποίο έχει επικαλυφθεί/εμποτιστεί με ισχυρή τοξική ουσία που μπορεί να προκαλέσει την άμεση ή δευτερογενή θανάτωση ή την πρόκληση σοβαρών σωματικών βλαβών σε οποιοδήποτε ζώο ή άνθρωπο, θεωρείται έγκλημα και διώκεται ποινικά.
Η κατηγοριοποίηση του εγκλήματος της χρήσης δηλητηριασμένων δολωμάτων γίνεται με βάση τον τόπο όπου ανευρίσκεται το νεκρό ζώο και το είδος του. Έτσι αν πρόκειται για κάποιο νεκρό δηλητηριασμένο αδέσποτο ζώο, οι αρμόδιες υπηρεσίες διαφέρουν σε σχέση με το αν πρόκειται για δηλητηριασμένο ζώο της άγριας πανίδας στην ύπαιθρο.
Επίσης, η ανακάλυψη δηλητηριασμένων δολωμάτων συνδέεται πολλές φορές και με άλλα εγκλήματα (για παράδειγμα με τον εντοπισμό κατοικίδιων ζώων για τα οποία δεν τηρούνται οι κανόνες ευζωίας, τον εντοπισμό παράνομης διακίνησης/εμπορίας κατοικιδίων, παράνομη εισαγωγή φυτοφαρμάκων, κατοχή εκρηκτικών υλών κ.τ.λ.).
Βασικές αρχές
Το αδίκημα της χρήσης δηλητηριασμένων δολωμάτων διώκεται αυτεπάγγελτα, που σημαίνει ότι οι διωκτικές αρχές είναι υποχρεωμένες να προχωρήσουν σε προανακριτική διαδικασία, να σχηματίσουν δικογραφία για τον Εισαγγελέα και να αιτηθούν τη διενέργεια τοξικολογικής έρευνας ώστε να διαπιστωθεί η δραστική ουσία που έχει χρησιμοποιηθεί και να περιληφθεί η έκθεση στο φάκελο της δικογραφίας.
Μάλιστα, η εντολή της Αστυνομίας για ανίχνευση τοξικών ουσιών και δηλητηρίων απευθύνεται στο Τμήμα Τοξικολογίας των Ζώων του Ινστιτούτου Βιοχημείας, Τοξικολογίας της Διατροφής των Ζώων του Κέντρου Κτηνιατρικών Ιδρυμάτων Αθηνών (Νεαπόλεως 25, 153 10 Αγ. Παρασκευή Αττικής, τηλ. 210 6011684, 210 6010925-εσωτ. 114) (άρ. 3, παρ. 3, στοιχείο Π, γ του ΠΔ 455/90).
- Τα αποτελέσματα των τοξικολογικών αναλύσεων αποτελούν αδιάσειστη απόδειξη της παράνομης χρήσης/διακίνησης φυτοπροστατευτικών ουσιών.
- Σύμφωνα με την εγκύκλιο 71377/13/989391/ 02.07.2013 του Αρχηγείου της ΕΛΑΣ: «Σε περιπτώσεις τέλεσης ποινικών αδικημάτων του Ν. 4039/2012 και για την πληρότητα της προανάκρισης, οι αρμόδιοι ανακριτικοί υπάλληλοι, κατά τις επιταγές του άρθρου 183 ΚΠΔ, μπορούν αυτεπαγγέλτως ή μετά από αίτηση κάποιου διαδίκου ή του Εισαγγελέα, να διατάξουν τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, όταν κρίνουν ότι απαιτούνται ειδικές γνώσεις Μέρος B' Προστασία βιοποικιλότητας Κεφάλαιο 2. Δηλητηριασμένα δολώματα επιστήμης για να γίνει ακριβής διάγνωση και κρίση κάποιου γεγονότος και ειδικότερα στην περίπτωση κακοποίησης ή θανάτωσης ζώου μπορούν να ζητήσουν τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης από κτηνιάτρους και αρμόδια εργαστήρια». Σημειώνεται επίσης ότι σύμφωνα με το άρθρο 186 ΚΠΔ, όταν δεν υφίσταται πίνακας πραγματογνώμων (εν προκειμένω κτηνιάτρων), ή οι αναγραφόμενοι στον πίνακα δεν βρίσκονται στην Περιφέρεια του οργάνου που τους ορίζει, είναι δυνατόν να διοριστούν και πρόσωπα που δεν περιλαμβάνονται σε αυτό.
- Για την υποβολή μήνυσης έστω και κατά αγνώστου δεν χρειάζεται η καταβολή χρηματικού παραβόλου.
- Η καταγραφή του ιστορικού του συμβάντος και των ευρημάτων αποτελεί πολύτιμο στοιχείο για τον αγροτικό κτηνίατρο αλλά και το τοξικολογικό εργαστήριο, καθώς διευκολύνει την αξιολόγηση των στοιχείων.
- Τα πτώματα άγριων ή και ήμερων ζώων που έχουν επιμολυνθεί από δηλητηριασμένα δολώματα θεωρείται ότι κατά τη στιγμή της τελικής τους διάθεσης περιλαμβάνουν υλικά ειδικού κινδύνου (ΥΕΚ). Τα πτώματα αυτά αποτελούν Υλικά Κατηγορίας 1 υπό το φως της Εγκυκλίου του ΥπΑΑΤ με Αριθ. Πρωτ. 289663/23.12.2003. Μετά τη μεταφορά τους σε κτηνιατρείο για έγγραφη γνωμάτευση και, εφόσον κριθεί απαραίτητη η λήψη ιστού, μεταφέρονται προς κατάψυξη ή για καύση σε ειδικούς κλιβάνους υψηλών θερμοκρασιών, ή σε ΧΥΤΥ για ταφή.
- Ως «ζωικά υποπροϊόντα» ορίζονται ολόκληρα πτώματα ή μέρη πτωμάτων ζώων. Τα ζωικά υποπροϊόντα εμπίπτουν στην κατηγορία 02 του Παραρτήματος ΙΒ του ΕΚΑ (Απόφαση 2001/118/ ΕΚ). Μπορούν να έχουν κωδικό αποβλήτου «02 01 02» για απόβλητα ιστών ζώων και/ή Κωδικό Αποβλήτου τον «18 01 02» για μέρη και όργανα του σώματος, περιλαμβανομένων σάκων αίματος και διατηρημένο αίμα.
- Σύμφωνα με τις οδηγίες του ΥπΑΑΤ, αν δεν γίνει γνωστό το σκεύασμα που χρησιμοποιήθηκε, τα συγκεντρωθέντα υλικά (για παράδειγμα οι σπόροι) αλλά και τα πτώματα ζώων πρέπει να διαχειριστούν ως επικίνδυνα απόβλητα σύμφωνα με τα οριζόμενα στη νομοθεσία περί επικίνδυνων αποβλήτων. Το Παράρτημα ΙΙΙ του Ν. 4042/2012 περιλαμβάνει τις ιδιότητες των αποβλήτων που τα καθιστούν επικίνδυνα. Τα απόβλητα της συγκεκριμένης περίπτωσης μπορούν να ενταχθούν στα στοιχεία: Η6 «τοξικό» ή Η14 «οικοτοξικό» («παρουσιάζουν ή είναι δυνατόν να παρουσιάσουν άμεσο ή μελλοντικό κίνδυνο για έναν ή περισσότερους τομείς του περιβάλλοντος»).
- Σύμφωνα με τις οδηγίες του ΥπΑΑΤ, για κάθε νεκρό θηλαστικό του οποίου ο θάνατος πιθανολογείται ότι προήλθε από την κατανάλωση δηλητηριασμένων δολωμάτων ακολουθείται η διαδικασία της ΚΥΑ «Πρόγραμμα Επιτήρησης και Καταπολέμησης της Λύσσας στην Ελλάδα», βάσει της οποίας κάθε θηλαστικό ζώο κατοικίδιο ή της άγριας πανίδας που ανευρίσκεται νεκρό, συλλέγεται για εργαστηριακή εξέταση για τη λύσσα στο πλαίσιο της παθητικής επιτήρησης.
Συχνότερες παραβάσεις
- Χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων εντός βοσκοτόπων/κτηνοτροφικών ζωνών.
- Χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων εντός Ζωνών Εκπαίδευσης Σκύλων.
- Χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων εντός αστικών περιοχών, ιδιαίτερα πολυσύχναστων.
- Χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων για την εξολόθρευση «επιβλαβών» ειδών, όπως π.χ. οι ασβοί ή τα κουνάβια.
- Χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων για την εξολόθρευση αδέσποτων ζώων (γατιών και σκυλιών κυρίως).
Συχνές ερωτήσεις
Μπορούν τα σώματα ασφαλείας να μηνύσουν τον Δήμο για μη ορθή διαχείριση του αδέσποτου νεκρού δηλητηριασμένου ζώου;
Ο Δήμος είναι προσωρινός κάτοχος του αδέσποτου ζώου βάσει του άρθρου 5, παρ. 2 του Ν. 4039/2012 («Ο κάτοχος του ζώου συντροφιάς ευθύνεται για οποιαδήποτε βλάβη ή ζημιά, που προκαλείται από το ζώο», σύμφωνα με το άρθρο 924 ΑΚ. Για τα αδέσποτα ζώα συντροφιάς, εκτός από εκείνα της παραγράφου 5 του άρθρου 9, η αντίστοιχη ευθύνη βαρύνει τον οικείο Δήμο). Ως κάτοχος του αποβλήτου (του νεκρού ζώου) (άρ. 11, παρ. 6 του Ν. 4042/12) διώκεται ποινικά και πειθαρχικά βάσει του άρθρου 14, 37 του Ν. 4042/12.
Ποιος ευθύνεται αν το νεκρό δηλητηριασμένο ζώο βρεθεί μέσα σε βοσκότοπο;
Ο Δήμος, βάσει του Ν. 3852/2010, άρ. 94,5,4 λόγω μη ορθής διαχείρισης του βοσκοτόπου.
Ποιος ευθύνεται αν το νεκρό δηλητηριασμένο ζώο βρεθεί μέσα σε περιοχή NATURA 2000;
Σε αυτήν την περίπτωση πιθανά να έχουμε θανάτωση ή αφανισμό προστατευόμενων ειδών της άγριας πανίδας. Ο Φορέας Διαχείρισης της εκάστοτε προστατευόμενης περιοχής μπορεί να ευθύνεται λόγω έλλειψης ελέγχου/ εποπτείας (άρ. 4 Ν. 4042/2012).
Είναι υποχρεωτική η διενέργεια έρευνας σε περίπτωση καταγγελίας στο διαδίκτυο, αναφορικά με περιστατικά κακής μεταχείρισης ζώου;
Σύμφωνα με τη γνωμοδότηση του Αρείου Πάγου, οι προανακριτικοί υπάλληλοι οφείλουν να εξετάζουν άμεσα και με προσοχή κάθε είδους πληροφορία-καταγγελία, απ' όπου και αν προέρχεται, αναφορικά με περιστατικά βασανισμού ή κακοποίησης οποιουδήποτε είδους ζώου και όταν διαπιστώνουν παράβαση των διατάξεων του άρθρου 16 του Ν. 4039/2012 ή των άλλων διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 20, οι οποίες διώκονται αυτεπαγγέλτως, αν πρόκειται περί αυτοφώρων (άρθρο 242, παρ. 1-2 ΚΠΔ) να προβαίνουν στη σύλληψη και προσαγωγή των υπαιτίων, εάν δε τούτο δεν είναι εφικτό, στην καταμήνυσή τους. Πρέπει επίσης να ενημερώνουν αμέσως τους εισαγγελείς για τις διαπιστώσεις τους και τις ενέργειες στις οποίες προέβησαν, ζητώντας εν ανάγκη και τη συνδρομή τους. Η κακοποίηση ζώων έχει βαρύνουσα εγκληματική απαξία και γι' αυτό πρέπει να εφαρμόζεται η αυτόφωρη διαδικασία, εφόσον συντρέχουν οι όροι της, με την παραπομπή των δραστών στα ακροατήρια για την άμεση εκδίκαση των εγκλημάτων και, σε περίπτωση αναβολής, τον προσδιορισμό των οικείων δικογραφιών σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Πώς αναγνωρίζω ένα παράνομο φάρμακο;
Σύμφωνα με την υπ' αριθμόν 192/4255 εγκύκλιο του ΥπΑΑΤ, η προμήθεια ενός παράνομου φυτοφαρμάκου αναγνωρίζεται από το ότι δεν είναι ελεγμένο, δεν έχει ετικέτα στην Ελληνική γλώσσα και δεν πωλείται από κατάστημα εμπορίας γεωργικών φαρμάκων.
Μπορώ να ασκήσω δίωξη και για φοροδιαφυγή;
Ναι. Ο μόνος λόγος που κάποιος αγοράζει ένα παράνομο φυτοφάρμακο είναι γιατί έχει μεγάλη διαφορά τιμής και έτσι θα προσπορίσει το παράνομο χρηματικό όφελος, καταστρατηγώντας τη νομοθεσία και εκθέτοντας σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία, τις καλλιέργειες και την οικονομία.
Τεκμαίρεται η γνώση του εμπλεκόμενου για το παράνομο φάρμακο όταν κατέχει φυτοφάρμακο χωρίς ετικέτα ή με ξενόγλωσση ετικέτα;
Μόνον η ανυπαρξία ετικέτας ή η ύπαρξη ξενόγλωσσης ετικέτας στα παράνομα φυτοφάρμακα τεκμηριώνει τη γνώση του και την επιδίωξή του: δηλαδή να προμηθευτεί φυτοφάρμακο που δεν επιτρέπεται στη χώρα μας, αλλά είναι φθηνό και, είτε δεν υφίσταται τιμολόγιο αγοράς (φοροδιαφυγή), είτε δεν υφίστανται δασμοί (δασμοδιαφυγή).
Έλεγχος
- Η χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων εμφανίζει έξαρση σε συγκεκριμένες περιόδους του έτους, άρα τότε πρέπει να εντείνονται οι περιπολίες.
- Δίνουμε προσοχή σε περάσματα άγριας ζωής και ποτίστρες-υδατοσυλλογές, καθώς και σε περιοχές όπου οι συγκρούσεις μεταξύ άγριας ζωής και χρηστών γης μπορεί να οδηγήσουν στη χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων (π.χ. περιοχές με παρατηρήσεις λύκων και αρκούδων για την ηπειρωτική χώρα, συχνά χρησιμοποιούμενοι κυνηγότοποι – ειδικά εάν επικαλύπτονται με βοσκότοπους ή κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις-μάντρες).
- Λήψη φωτογραφιών ευρημάτων και περιοχής ανεύρεσης.
- Αναζήτηση περισσότερων δολωμάτων και άλλων ευρημάτων που πιθανά χρησιμοποιήθηκαν κατά τη διάπραξη του εγκλήματος (π.χ. συσκευασία φυτοφαρμάκου, γάντια μίας χρήσης και άλλα) στη γύρω περιοχή.
- Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες για τις ελεγκτικές αρχές στα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, τα παράνομα φυτοφάρμακα εισάγονται χωρίς παραστατικά ή με παραστατικά που τα περιγράφουν παραπλανητικά ως λίπασμα, παρακάμπτοντας τελωνεία και υπηρεσίες ελέγχου.
- Στην πράξη βεβαίωσης της παράβασης θα πρέπει να αναγράφονται: η αρμόδια αρχή και η προθεσμία προσφυγής, η παράβαση και το άρθρο του νόμου καθώς και το ύψος του προστίμου.
- Αντίγραφο της απόφασης επιβολής προστίμου για κακοποίηση ζώου αποστέλλεται στον οικείο Δήμο.
- Στην αρμοδιότητα της Γενικής Διεύθυνσης Γεωργίας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και συγκεκριμένα της Διεύθυνσης Προστασίας Φυτικής Παραγωγής/ Τμήμα Φυτοπροστατευτικών Προϊόντων (ΠΔ 97/2017 άρ. 6) ανήκει η λήψη μέτρων σχετικά με τη διαχείριση των δηλητηριασμένων δολωμάτων με φυτοπροστατευτικά προϊόντα.
- Προϋπόθεση για τη λιανική πώληση γεωργικού φαρμάκου σε επαγγελματία χρήστη είναι η έκδοση συνταγής για τη χρήση του (άρθρο 35, παρ.5α Ν. 4036/2012). Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 36 του ίδιου νόμου υπάρχει κατάλογος εγκεκριμένων σκευασμάτων γεωργικών φαρμάκων και ηλεκτρονική καταγραφή της διακίνησης. Στην ηλεκτρονική καταγραφή αναφέρεται η δραστική ουσία και η καλλιέργεια στην οποία θα χρησιμοποιηθεί. Σύμφωνα με το άρθρο 36, παρ. 13 «απαγορεύεται η χορήγηση σκευασμάτων, τα οποία δεν περιλαμβάνονται στον εγκεκριμένο Κατάλογο». Με αυτόν τον τρόπο, βελτιώνεται η δυνατότητα ελέγχου της διάθεσης στην αγορά και χρήσης των γεωργικών φαρμάκων.
- Για τον αποτελεσματικότερο εντοπισμό και απομάκρυνση των δηλητηριασμένων δολωμάτων καλό είναι να ζητείται η συνδρομή των ειδικών Ομάδων Ανίχνευσης Δηλητηριασμένων Δολωμάτων που επιχειρούν στην χώρα (Κρήτη, Δωδεκάνησα, Θράκη, Κεντρική Μακεδονία και Θεσσαλία).
Δίωξη – επιβολή κυρώσεων
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
- Άρ. 6 και 8 Ν.1335/1983 (απαγόρευση χρήσης μη επιλεκτικών μέσων σύλληψηςθανάτωσης).
- Άρ. 8 και άρ. 11 παρ. 2α της ΥΑ 37338/2010 (απαγόρευση δηλητηρίων για θήρα, σύλληψη ή θανάτωση πτηνών και κατοχή και εμπορία των δηλητηρίων).
- Άρ. 3 και 9 ΠΔ 67/1981 (απαγόρευση χρήσης δηλητηριωδών ουσιών σε επιβλαβή είδη, εφόσον θέτουν σε κίνδυνο τα προστατευόμενα είδη άγριας πανίδας…).
- Άρ. 2 παρ. 1 Ν. 721/1977 (απαγόρευση κατοχής γεωργικού φαρμάκου χωρίς έγκριση κυκλοφορίας).
- Άρ. 9 παρ. 3 Ν. 4036/2012 (διοικητικές κυρώσεις για όποιον εισάγει/κατέχει φυτοπροστατευτικό προϊόν χωρίς άδεια διάθεσης) και άρ. 45 (διοικητικές κυρώσεις επί παραβάσεων σε θέματα ορθολογικής χρήσης γεωργικών φαρμάκων).
- Άρ. 29 (αστική ευθύνη), 30 (διοικητικές κυρώσεις) Ν. 1650/1986.
- Άρ. 11 και 19 ΥΑ 33318/1998.
ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
- Άρ. 252, παρ. 5 (απαγόρευση τοποθέτησης δηλητηρίων) και άρ. 287 παρ.17 ΝΔ 86/69.
- Άρ. 7 παρ. 1 εδ. ε' και 9 της ΥΑ 414985/1985 (απαγόρευση χρήσης δολωμάτων με τοξικές ή αναισχητικές ουσίες για τη θήρα άγριων ειδών πτηνοπανίδας).
- Άρ. 11 παρ. 2β της ΥΑ 37338/2010,
- Άρ. 10 παρ. 3 (ποινικές κυρώσεις), και άρ. 46 Ν. 4036/2012.
- Άρ. 28 Ν. 1650/1986 (άρ. 3, παρ. στ' Ν. 4042/2012).• Άρ. 282 και 422 ΠΚ (καταργήθηκαν).
- Άρ. 279 ΠΚ (δηλητηρίαση πραγμάτων προορισμένων για χρήση από το κοινό και πηγές, πηγάδια, βρύσες)
ΔΙΕΥΡΥΜΕΝΗ ΔΙΩΞΗ (ενδεχόμενα άλλα προσβαλλόμενα αγαθά)
- Άρ. 16 Ν. 4039/2012 (κακοποίηση των ζώων: απαγορεύεται ο βασανισμός, η κακοποίηση, η κακή και βάναυση μεταχείριση οποιουδήποτε είδους ζώου, καθώς και οποιαδήποτε πράξη βίας κατ' αυτού, όπως ιδίως η δηλητηρίαση) και άρ. 20 (ποινικές κυρώσεις) εμπλέκονται ως άμεσα ή έμμεσα θύματα τα ζώα συντροφιάς.
- Οπλοκατοχή άρ. 10 Ν. 2168/1993. • Άδεια θήρας (ΦΕΚ Β' 224/2013).
- Σήμανση κυνηγετικών σκύλων και άρ. 5 Ν. 4039/2012 (αφαίρεση άδειας κυνηγιού από κυνηγό, του οποίου ο σκύλος δεν έχει σημανθεί και δεν φέρει ενημερωμένο το βιβλιάριο υγείας ή το διαβατήριο κατά τη διάρκεια του κυνηγιού ή την οποιαδήποτε μετακίνηση του).
- Άρ. 1 (ζωοκτονία, ζωοκλοπή) και 5 (καμία οικονομική ενίσχυση) του Ν. 1300/1982 (Μέτρα για την πρόληψη και την καταστολή της ζωοκλοπής και ζωοκτονίας).
- Φοροδιαφυγή, παράνομη συναλλαγή (Ν. 4512/2018).
